-
Στα χρώματα της ίριδας
Μια ψιλή βροχή χορεύει με το αεράκι, στις πλάκες της αυλής, που κάθε τόσο φωτίζονται από τις αστραπές.
Τούτο το πρωινό του Μάρτη, η Αριάδνη ξυπνάει από μια δυνατή βροντή. Ψάχνει με το χέρι της για τον άντρα της και όταν αγγίζει τα κρύα σεντόνια, καταλαβαίνει πως έχει φύγει από ώρα. Τι έγινε; Την είχε πάρει ο ύπνος; Γιατί δεν ξύπνησε στην ώρα της, για να του ετοιμάσει το πρόγευμα; Σηκώνεται, βάζει τη ρόμπα της και τότε θυμάται, πως το βράδυ δεν είχε κοιμηθεί καθόλου. Σίγουρα θα την πήρε ο ύπνος τα χαράματα κι ο άντρας της τη λυπήθηκε να την ξυπνήσει…Προχωρεί προς το παράθυρο και ανοίγει τις κουρτίνες. Ο συννεφιασμένος ουρανός της φέρνει μια μελαγχολία. Πως άλλαξε έτσι ο καιρός; Χθες ακόμη είχε λιακάδα… Στέκεται και κοιτάζει αφηρημένα τις στάλες της βροχής, που πέφτουν στο τζάμι… Δεν σκέφτεται τίποτα, λες και το είναι της αρνιέται ν’ ακολουθήσει της σκέψη της. Σε λίγο όμως, τινάζεται πάνω, όταν το μυαλό της τίθεται ξαφνικά σε … λειτουργία και συνειδητοποιεί πως σήμερα είναι 22 του Μάρτη. Αυτή η μέρα, που τόσο πολύ την έχει βασανίσει.. Πρέπει ως τις έντεκα η ώρα, να έχει αποφασίσει. Χθες το βράδυ χίλιες φορές πίστεψε πως πήρε την απόφαση και χίλιες φορές άλλαξε γνώμη.
Μέρες τώρα τη βασανίζει εκείνο το γράμμα της Αϊσέ, σταλμένο από την Αγγλία. Το διάβασε τόσες φορές, ώστε ο έχει μάθει σχεδόν απ’ έξω:
Λονδίνο, 2.3.97
Αγαπημένη και αξέχαστη φίλη,
Βλέπεις σου γράφω το γράμμα στα Ελληνικά, για να δεις πως δεν τα ξέχασε κι ας έχουν περάσει τόσα χρόνια… Θυμάσαι όταν ήμασταν μικρές και διαβάζαμε μαζί τα μαθήματα μας; Εμένα μου άρεσε πάνα να παίρνω στα χέρια μου το δικό σου βιβλίο. Ήταν όσο όμορφο! Ακόμα έχω στο νου μου την Άννα, τη Λόλα, το Μίμη… Μου άρεσε τόσο πολύ να διαβάζω μαζί σου κι ας μη γυρνούσες ποτέ εσύ, να κοιτάξεις το δικό μου βιβλίο…Αγνή Χαραλάμπους Στα χρώματα της Ίριδας