Παρουσίαση του βιβλίου της Φαίδρας Λέρνη “Ασημένια Αλεπού”

10 Απριλίου 2008 - Αίθουσα εκδηλώσεων της Δημοσιογραφικής εστίας - Λευκωσία

Κύριοι Ευρωβουλευταί, εκλεκτοί προσκεκλημένοι, κυρίες και κύριοι,

Τα ταξίδια των συγγραφέων είναι συνήθως περιπλανήσεις μέσα σε γνωστούς χώρους, κυρίως όταν πρόκειται για συγγραφείς διηγημάτων. Με το βιβλίο ΑΣΗΜΕΝΙΑ ΑΛΕΠΟΥ, που θα παρουσιάσουμε σήμερα, θα κάνουμε ένα διαφορετικό και πολύ ενδιαφέρον ταξίδι! Η συγγραφέας Φαίδρα Λέρνη - Αδάμου μας μεταφέρει σ’ ένα χώρο, τον οποίο εμείς δεν μπορούμε να επισκεφτούμε. Το χώρο του χειρουργείου και γενικά το περιβάλλον του νοσοκομείου, εκεί όπου γιατροί και νοσοκόμοι δίνουν τη δική του μάχη. Μεταφερόμαστε σ’ έναν άλλο κόσμο, εντελώς άγνωστο σε μας, μαθαίνουμε πράγματα που δεν γνωρίζουμε, ιατρικούς όρους και λέξεις...

Η ΑΣΗΜΕΝΙΑ ΑΛΕΠΟΥ της Φαίδρας Λέρνη είναι ένα βιβλίο με οχτώ αληθινές ιστορίες, εμπειρίες της συγγραφέως από τα χρόνια της ειδίκευσης της ως αναισθησιολόγου σε νοσοκομείο της Τσεχίας. Η συγγραφέας στον πρόλογό της, αναφέρει τους προβληματισμούς της για την ειδικότητα που θα ακολουθούσε, μετά που είχε τελειώσει την ιατρική σχολή. Φαίνεται πως η αγάπη της για τη μουσική την οδήγησε στην επιλογή της. Τώρα τι σχέση έχει η μουσική με την αναισθησιολογία θα το μάθουμε από την ίδια. Όπως αναφέρει στον πρόλογό της:

Για να διευθύνεις μια συμφωνική ορχήστρα πρέπει να ξέρεις πώς λειτουργούν όλα τα όργανα και να τα συγχρονίσεις με τέτοιο τρόπο, ώστε να βγει τέλεια μελωδία.
Έγινα αναισθησιολόγος. Ήταν και είναι συναρπαστική ειδικότητα.

Η μελωδία, λοιπόν συναρπάζει τη Φαίδρα, η οποία μέχρι σήμερα ασχολείται με το να διευθύνει «συμφωνική ορχήστρα» στο νοσοκομείο και δηλώνει πως δεν μετάνιωσε ποτέ για την επιλογή της.
Όλα αυτά τα χρόνια που δουλεύει νιώθει τα ερωτηματικά να απαντιούνται, τα κενά να συμπληρώνονται. Η πείρα τη μαθαίνει ν’ ανιχνεύει και να κατανοεί, βρίσκει το χρόνο να κοιτάζει πρώτα μέσα της και ύστερα γύρω της... Όλα αυτά γίνονται μια έντονη εσωτερική ανάγκη να εκφραστούν και ύστερα από πολλά χρόνια αποφασίζει να τα μοιραστεί μαζί μας, εκτιμώντας την ξεχωριστή ποιότητα των ανθρώπων που η επικοινωνία μαζί τους κάνει τη ζωή της δημιουργική.
Η ΑΣΗΜΕΝΙΑ ΑΛΕΠΟΥ είναι η αρχή. Είναι φυσικό ν’ αρχίσει το συγγραφικό της έργο με χρονολογική σειρά. Σίγουρα έπονται και άλλα...
Τελειώνοντας τον πρόλογό της γράφει χαρακτηριστικά:

Ο σκοπός που έγραψα τις ιστορίες ήταν να φέρω τον αναγνώστη πιο κοντά, για να ζήσει το περιβάλλον και τη δουλεια των γιατρών, το πώς λειτουργούν, τι αισθάνονται και πως χτυπά η καρδιά τους, όταν κάτι δεν πάει καλά, πόσα χρόνια ζωής αφαιρούν σε μια μικρή στιγμή. Ειδικά των αναισθησιολόγων που ήταν, και ακόμα είναι, αφανείς ήρωες σε όλο τον κολοσσό που ονομάζεται ιατρική.

Ας αρχίσουμε από το εξώφυλλο, ή μάλλον από τον εκδότη! Το βιβλίο εκδόθηκε από τις εκδόσεις ΠΑΟΥΕΡ που συνεχίζουν δυναμικά και ακάθεκτα την πορεία τους σαν πετυχημένος εκδοτικός οίκος. Οι φωτογραφίες που κοσμούν τις σελίδες του βιβλίου ανήκουν στο αρχείο της συγγραφέως.
Το εξώφυλλο του βιβλίου είναι απλό και πολύ πρωτότυπο, με την ΑΣΗΜΕΝΙΑ ΑΛΕΠΟΥ ανάγλυφη στη δεξιά πλευρά. Στο οπισθόφυλλο υπάρχει ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο και μια σημείωση από τη συγγραφέα την οποία θέλω να μεταφέρω:

Ο κεντρικός χαρακτήρας των διηγημάτων είναι μια νέα γιατρός με φρέσκο δίπλωμα στην τσέπη της. Όταν διορίζεται σε νοσοκομείο ως ειδικευόμενη αναισθησιολόγος, διαπιστώνει ότι δεν της ανήκει ο κόσμος όλος, όπως νόμιζε πριν.
Συνειδητοποιεί ότι το να αποφοιτήσει κανείς από την Ιατρική Σχολή, παίρνει απλώς ένα διαβατήριο για να περάσει την κόκκινη γραμμή, η οποία του επιτρέπει να μπει στην άλλη πλευρά, εκεί που θ’ αρχίσει να προσφέρει. Να προσφέρει ανακούφιση, να θεραπεύει, να σώζει ζωές και συχνά να γίνεται μάρτυρας του δράματος των ασθενών. Εκεί που τελειώνουν τ’ αστεία και αρχίζει η πραγματική ιατρική και ζωή. Με τα βιώματά της αποκτά εμπειρίες, παίρνει αποφάσεις, ωριμάζει επαγγελματικά και συναισθηματικά.

Ένα βιβλίο, λοιπόν, γεμάτο αγάπη, ανθρωπιά, ανθρώπινο πόνο, αγωνία, φόβο, λύπη και απόγνωση για μια ζωή που χάνεται, αλλά κυρίως χαρά και ικανοποίηση για μια ζωή που σώζεται... Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί την πάλη, εξωτερική κι εσωτερική που γίνεται μέσα στις κλειστές πόρτες του χειρουργείου.
Αυτές τις πόρτες, η συγγραφέας τις ανοίγει διάπλατα για να δούμε και να βιώσουμε τι συμβαίνει εκεί μέσα, όταν εμείς καθόμαστε απ’ έξω και περιμένουμε γεμάτοι αγωνία το... θαύμα!

Όμως η Φαίδρα Λέρνη - Αδάμου ανοίγει και τις άλλες πόρτες, αυτές της ψυχής! Μόνο που αυτές δεν τις ανοίγει διάπλατα... Τις αφήνει μισάνοιχτες... Μια μονάχα χαραμάδα, απ’ όπου όποιος κοιτάξει προσεκτικά και αφουγκραστεί, θα δει και θ’ ακούσει πολλά. Αυτό είναι και το μεγάλο πλεονέκτημα του βιβλίου της. Δεν προσφέρει τα συναισθήματα έτοιμα στο πιάτο, αλλά διηγείται απλά, περιγράφει με παραστατικό τρόπο τα γεγονότα και προκαλεί τον αναγνώστη να μαντέψει τα συναισθήματα... Ιδού πώς περιγράφει τη χαρά, την ικανοποίηση και την ανακούφισή της μετά που έσωσε ένα παιδάκι:

Άνοιξε διάπλατα την πόρτα της αυλής. Σταμάτησε να χιονίζει. Το παρθενικό χιόνι άστραφτε στο φως της λάμπας. Έκανε ένα μεγάλο βήμα μπροστά ... κι άλλο ένα ... κι άλλο. Με τα βήματά της έκανε κύκλο κάτω από τη λάμπα. Σταμάτησε. Μισόκλεισε τα μάτια της, για να βλέπει μόνο τις πατημασιές της.
«Είμαι σε έρημο πλανήτη και αυτά είναι τα πρώτα ανθρώπινα αποτυπώματα», σκέφτηκε και άρχισε να στριφογυρίζει με τρελή χαρά.

Σίγουρα καμιά λέξη, σε καμιά γλώσσα δεν θα μπορούσε να εκφράσει τόσο έντονα τα συναισθήματα, όσο αυτή η εικόνα, του χορού πάνω στο χιόνι.
Επίσης σε κάποιο άλλο σημείο αναφέρει...

Το στόμα της στέγνωσε και ένιωθε παλμό στους κροτάφους της. Μόνο η ψυχούλα της ήξερε...

Ας δούμε τώρα μια άλλη πρωτοτυπία του βιβλίου, που είναι η χρησιμοποίηση του τρίτου προσώπου, ενώ περιγράφονται προσωπικές στιγμές. Το βιβλίο είναι όλο γραμμένο στο τρίτο πρόσωπο, σαν να μιλά για κάποιο άλλο άτομο, ενώ πρόκειται για εμπειρίες της ίδιας της συγγραφέως. Τι την ώθησε άραγε να χρησιμοποιήσει αυτή την τακτική;
Πιστεύω πως υπάρχουν αρκετοί λόγοι.

Πρώτο: Αναπολώντας όλες αυτές τις εμπειρίες και τα γεγονότα, επανέρχονται στη μνήμη της σαν κινηματογραφική ταινία, τα ξαναζεί, παρακολουθεί και βλέπει τον εαυτό της σαν ένα τρίτο πρόσωπο, που λαμβάνει μέρος, και μάλιστα έχει πρωταγωνιστικό ρόλο!

Δεύτερο: Δεν θέλει να περιαυτολογήσει. Ένας άνθρωπος του πνευματικού επιπέδου της Φαίδρας αισθάνεται άσχημα να μιλά για τον εαυτό του. Παρόλο που μιλώντας για τον εαυτό της, μέσω της νεαρής αναισθησιολόγου, συνήθως αποδοκιμάζει, παρά επιδοκιμάζει τις πράξεις της. Τολμά να ξεδιπλώσει μπροστά στον αναγνώστη όλες τις αδυναμίες της. Εντούτοις είναι στιγμές που για να γίνει κατανοητό το νόημα του διηγήματος θ’ αναγκαστεί να μιλήσει για τον εαυτό της, ν’ αφήσει να νοηθεί ότι νιώθει περήφανη για κάποιο κατόρθωμά της. Και αυτό, βέβαια, όπως καταλαβαίνετε θα ήταν δύσκολο να γραφτεί στο πρώτο πρόσωπο.

Και τρίτο: Όπως όλοι ξέρουμε είναι πολύ πιο εύκολο να περιγράψουμε τα συναισθήματά μας σε πρώτο πρόσωπο, παρά σε τρίτο... Αλλά η συγγραφέας μας δεν περιγράφει συναισθήματα, όπως αναφέραμε πιο πάνω, περιγράφει γεγονότα μέσ’ από τα οποία ο αναγνώστης βγάζει μόνος του τα συναισθήματα και αυτό είναι πιο συναρπαστικό, γιατί τα νιώθει έτσι πιο έντονα και η συγκίνηση, πιστέψτε με, είναι συγκλονιστική!

Επομένως δεν είναι καθόλου τυχαία η επινόηση του τρίτου προσώπου. Μ’ αυτό τον τρόπο ελευθερώνεται η ίδια, αφήνεται και πιστεύει ότι μιλά για κάποιο άλλο πρόσωπο.

Άλλο σημαντικό πλεονέκτημα του βιβλίου είναι η γλώσσα. Κι εδώ να θυμίσουμε ότι η συγγραφέας κατάγεται από την Τσεχία. Εντούτοις διαβάζοντας κάποιος το βιβλίο της, σίγουρα θα αμφισβητούσε το γεγονός ότι η Ελληνική δεν είναι η μητρική της γλώσσα!

Ο λόγος της ρέει κελαριστός, χωρίς δεσμευτικές κοινοτοπίες, υφασμένος από πηγαίες ψυχοπνευματικές παρορμήσεις και βιώματα. Γλώσσα απλή, στρωτή, κατανοητή από όλους. Λέξεις απλές, αλλά με βαθύ νόημα. Οι διάλογοι, επίσης, που είναι αρκετοί, δίνουν ζωντάνια και παραστατικότητα. Παρουσιάζονται τόσο ζωντανά τα γεγονότα που ο αναγνώστης έχει την αίσθηση ότι τα ζει... Μάλιστα τις περισσότερες φορές συμπάσχει και συμμερίζεται την αγωνία της νεαρής αναισθησιολόγου.
Το βιβλίο μπορεί ν’ απευθυνθεί και σε νέους, γι’ αυτό σαν φιλόλογος συστήνω πως δεν πρέπει ν’ απουσιάζει από καμιά βιβλιοθήκη Γυμνασίου, Λυκείου ή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Κάπου κρυμμένος φανερώνεται και ο χαρακτήρας της ηρωίδας του βιβλίου - για να χρησιμοποιήσω κι εγώ τρίτο πρόσωπο.

Μια φύση ανήσυχη και στοχαστική. Διακρίνεται μια ευαισθησία, αλλά παράλληλα μια εσωτερική δύναμη, ένας σπάνιος δυναμισμός, όπου πάνω στις ευαίσθητες χορδές φτιάχνει την πιο γλυκιά μελωδία... Μια μελωδία που ξεχύνεται απ’ όλες τις σελίδες του βιβλίου.

Το χιούμορ, επίσης, δεν λείπει από τα διηγήματα. Αναγκαίο στοιχείο για να ξαλαφρώσει τον αναγνώστη από την ψυχική φόρτιση. Ένα παράδειγμα:

Ήξερε ότι είναι ελκυστική και είχε ωραία εκφραστικά μάτια. Ήταν νέα. Αχ και κάτι άλλο, ήταν γιατρός. Βέβαια δεν είχε στεγνώσει καλά καλά το δίπλωμα της ειδικότητάς της, αλλά ένιωθε Θεός! Και πολύ αναισθησιολόγος.

«Άραγε τι σκέφτεται τώρα;» αναρωτήθηκε η αναισθησιολόγος.
«Καφέ, γιατρέ μου;» την ρώτησε μια συμπαθητική νοσοκόμα.
«Ενδοφλέβια παρακαλώ», της χαμογέλασε.
Πώς τον πίνετε;» την ρώτησε κι εκείνη με χαμόγελο.
«Σαν τον άντρα... δυνατό, ζεστό και σκέτο!»
Η νοσοκόμα γέλασε.
«Ελπίζω ότι θα τα καταφέρω να τον φτιάξω μ’ αυτές τις προδιαγραφές».

Τέλεια είναι και η περιγραφή των προσώπων και χαρακτήρων, ώστε ο αναγνώστης να έχει την εντύπωση ότι βλέπει τα πρόσωπα ολοζώντανα μπροστά του.

Ένας πενηντάρης, στα όρια του αλκοολισμού, που έμοιαζε του Φρανκ Σινάτρα στη χειρότερή του εκδοχή. Το πρόσωπό του χαραγμένο με ρυτίδες, πρόδινε ότι έφαγε τη ζωή του με το κουτάλι και ότι τη δίψα του την έσβηνε με το ποτό. Τα γαλανά μάτια του ήταν νερουλά και φουσκωμένα από την κατάχρηση.

Ας δούμε τώρα σε συντομία, ξεχωριστά ένα ένα τα διηγήματα και στο τέλος θα σας ... χαρίσω ένα ολόκληρο!

Το πρώτο διήγημα έχει τον τίτλο Η ΓΙΑΓΙΑ. Κάτι συνέβηκε μεταξύ γιαγιάς του χωριού και γιατρού, μεταξύ πείρας ζωής κι επιστήμης. Κάτι που έκανε τη γιατρό, όταν τέλειωσε τη διαδικασία της νάρκωσης και ξεκίνησε η χειρουργική επέμβαση, να σκύψει από πάνω της και χωρίς να τη δει κανείς, να της χαϊδέψει τ’ άσπρα μαλλιά.

Στο δεύτερο διήγημα Η ΜΑΡΙΑ δίνει τη μάχη για να κρατήσει το μωρό της και να σωθεί και η ίδια. Ποιο ρόλο άραγε παίζει η νεαρή γιατρός σ’ αυτή τη μάχη;

Τρίτο στη σειρά είναι Η ΑΣΗΜΈΝΙΑ ΑΛΕΠΟΥ, που έδωσε και τον τίτλο στο βιβλίο. Πώς νιώθει άραγε κάποιος νέος όταν μετά τη χειρουργική επέμβαση πληροφορείται ότι έχασε το πόδι του; Τώρα τι σχέση έχει η ασημένια αλεπού με έναν άνθρωπο που χάνει το πόδι του, μια αρραβωνιαστικιά που τον εγκαταλείπει και μια νεαρή αναισθησιολόγο που του συμπαραστέκεται θα το βρείτε ανάμεσα στις σελίδες του βιβλίου.

«Εγώ αγαπημένη μου φίλη και γιατρέ, θα τραβήξω το δρόμο μου. Θα βρω γυναίκα στην πορεία μου, που θα με αγαπήσει έτσι όπως είμαι, με τις ατέλειές μου. Λες να μην τα καταφέρω;
Τα μάτια της γέμισαν δάκρυα. Την αγκάλιασε.
«Δεν βοηθάς» της είπε.
«Σίγουρα θα τα καταφέρεις» του απάντησε και σκούπισε τα δάκρυά της.
«Κλαίω από συγκίνηση, ακόμα λίγο να μου μιλήσεις και θα σε ερωτευτώ εγώ!»
«Το ξέρω, έχω το χάρισμα». Γέλασαν και οι δυο.

Στο διήγημα Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ φαίνεται η αγάπη της νεαρής γιατρού για τη φύση. Εδώ θα διαβάσω ένα απόσπασμα από το τέλος:

Ο ασύρματος άρχισε να καλεί.
«Τι θέλετε;» απάντησε η οδηγός.
«Την αναισθησιολόγο σας...»
Πήρε τον ασύρματο στο χέρι της.
«Εδώ είμαι...»
«Δοκτορέσσα», ακούστηκε η φωνή του κέντρου, «οι τραυματίες σου είναι καλά. Και μου είπαν να σου πω ότι ο άντρας μεταφέρθηκε με τη ζώνη ως το χειρουργείο, βασικά ξεκίνησαν να τον χειρουργούν με τη ζώνη...

Τι έγινε με τη ζώνη η οποία έσωσε τον τραυματία από βέβαιο θάνατο, θα το μάθετε όταν διαβάσετε το διήγημα, που είναι πραγματικά συγκλονιστικό.

Στην ιστορία της ΑΝΟΥΣΚΑΣ θα δείτε πώς μια έμπειρη νοσοκόμα βοήθησε τη νεαρή γιατρό στα πρώτα της βήματα.

Το βιβλίο κλείνει με το διήγημα Ο ΜΠΑΜΠΗΣ:

Τον έβλεπε συχνά στα στενά της πόλης με το ίδιο παλτό, μάλλον καπαρντίνα που με τα χρόνια έχασε το αρχικό της χρώμα. Το περπάτημά του έμοιαζε με τρίκλισμα μεθυσμένου. Ήταν γνωστή φιγούρα, γραφικότατη και περίγελος του κόσμου. Ο κλόουν της πόλης. Μίλαγε μόνος του, γελούσε, ήταν βρόμικος και γέλαγε όταν γελάγανε μαζί του.

Αυτός ήταν ο Μπάμπης! Που ανέτρεψε τα ιατρικά δεδομένα. Οι γιατροί διέγνωσαν προχωρημένο καρκίνο του εντέρου και του έδωσαν ζωή 2-3 μήνες. Όμως όταν η νεαρή αναισθησιολόγος επέστρεψε μετά από αρκετό καιρό και ρώτησε: «τι έγινε ο Μπάμπης; Πέθανε;» πήρε την απάντηση: «Ο Μπάμπης ζει και βασιλεύει και δεν άλλαξε καθόλου».

Πώς σώθηκε ο Μπάμπης από τον καρκίνο; Όχι δεν πρόκειται περί θαύματος, αλλά περί αλκοόλ ο λόγος! Σας μπέρδεψα τώρα... Όμως διαβάζοντας το διήγημα θα βρείτε την άκρη του νήματος... και πιστέψτε με θα το χαρείτε πολύ!

Διαβάζοντας την ΑΣΗΜΕΝΙΑ ΑΛΕΠΟΥ περιπλανιέσαι στον κόσμο της ιατρικής, αλλά συνάμα και της ομορφιάς, της αγάπης και του συναισθήματος. Διήγηση απλή, αγνή, με δυο λόγια, αληθινή κλείνουν οι σελίδες της συλλογής, ντυμένη με μια όμορφη γραφή. Η αγάπη και η ανθρωπιά από την αρχή ως στο τέλος του βιβλίου, σαν λαμπρός ήλιος σκορπίζει τη βαριά συννεφιά πάνω απ’ τον πόνο, φυτεύει λουλούδια και χορεύει πάνω στο χιόνι...

Από καρδιάς ευχαριστώ τη Φαίδρα που μου έδωσε την ευκαιρία να μελετήσω σε βάθος τις σκέψεις της και να παρουσιάσω το βιβλίο της. Τη συγχαίρω και εύχομαι ολόψυχα καινούριους, λαμπρούς καρπούς...

Ας αφήνει πάντα μισάνοιχτη τη ...χειρουργική πόρτα, μισάνοιχτες τις πόρτες των νοσοκομειακών θαλάμων, αλλά ορθάνοιχτη την πόρτα της καρδιάς της!

Αγνή Χαραλάμπους
Φιλόλογος-συγγραφέας