-
Η εξαφάνιση της γάτας
Ήταν ένα συννεφιασμένο δειλινό του Οκτώβρη. Οι αχτίνες του ήλιου, κρυμμένες πίσω από τα γκρίζα σύννεφα, έβγαιναν πού και πού κι έστελναν γλυκά χαμόγελα στη γή, που διψασμένη λαχταρούσε τη βροχή.
Οι δυο αδερφές, η Ελένη και η Μαρίνα διάβαζαν τα μαθήματά τους, όταν άκουσαν το γείτονά τους, το Γιώργο να φωνάζει: «Παιδιά, τρέξτε, έρχονται τα πρωτοβρόχια! Μαζεύτηκαν πολλά σύννεφα στον ουρανό… Ελένη, Μαρίνα, ελάτε να δούμε τα πρωτοβρόχια…»Η Ελένη, η μεγαλύτερη αδερφή, που πήγαινε φέτος στην έκτη τάξη του δημοτικού, έκλεισε το βιβλίο και χαμογέλασε:
- Να τα «φάμε» θέλει να πει ο Γιώργος, όχι να τα …δούμε.
Η Μαρίνα δεν κατάλαβε τι ήθελε να πει η αδερφή της, ωστόσο η περιέργειά της να δει τα πρωτοβρόχια την έκανε να κλείσει κι εκείνη το τετράδιό της και να πεταχτεί πάνω.
Σε λίγο οι δύο αδερφές βρίσκονταν στην αυλή του σπιτιού τους. Έξω στο δρόμο ήταν κι άλλα παιδιά της γειτονιάς που μαζεύτηκαν για να χαρούν τα πρωτοβρόχια που τα περίμεναν από μέρες.Κοίταζαν όλα τον ουρανό και παρακολουθούσαν τα γκρίζα σύννεφα που γίνονταν ολοένα και πιο πυκνά, ώσπου έκρυψαν εντελώς τον ήλιο.
Μια αστραπή διέσχισε τον ουρανό και σχεδόν ταυτόχρονα ακούστηκε μια δυνατή βροντή. Η Μαρίνα τρόμαξε και σφίχτηκε στην αγκαλιά της αδερφής της. Πάντα φοβόταν τις βροντές. Ήταν ένα χαριτωμένο κοριτσάκι επτά χρονών, με καστανά εκφραστικά μάτια και καστανόξανθα μαλλιά που σχημάτιζαν όμορφες μπούκλες κι έπεφτα ως τον ώμο της.Εκείνο το διαβολάκι της ζήλειας που εδώ και λίγο καιρό είχε φύγει από μέσα της, ήρθε πάλι και άρχισε να την βασανίζει. Ένιωσε πως μισούσε την αδελφή της την Αντουανέτα. Ναι μισούσε την Αντουανέτα, τη μισούσε με όλη τη δύναμη της ψυχής της. Τη μισούσε γιατί ήρθε στο σπίτι τους και τους και τους… μάγεψε όλους, κάνοντας τους να την αγαπήσουν, βγάζοντας αυτή στο περιθώριο…
Αγνή Χαραλάμπους Η άλλη αδελφή